αγγελοσκιάζομαι

αγγελοσκιάζομαι (angeloskiázomai) (geçmiş zaman αγγελοσκιάχτηκα, etken αγγελοσκιάζω)

  1. αγγελοσκιάζω (angeloskiázo) sözcüğünün edilgen çekimi