δυτικόφιλος
Yunanca
değiştirKöken
değiştirδυτικός (dytikós) + -ο- (-o-) + φίλος (fílos)
Ön ad
değiştirδυτικόφιλος (dytikófilos) (dişil δυτικόφιλη, nötr δυτικόφιλο)
- φιλοδυτικός (filodytikós) kavramının farklı yazılışı
Çekimleme
değiştirδυτικόφιλος (dytikófilos) ön adının çekimi
tekil | çoğul | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
eril | dişil | nötr | eril | dişil | nötr | |
yalın | δυτικόφιλος (dytikófilos) | δυτικόφιλη (dytikófili) | δυτικόφιλο (dytikófilo) | δυτικόφιλοι (dytikófiloi) | δυτικόφιλες (dytikófiles) | δυτικόφιλα (dytikófila) |
tamlayan | δυτικόφιλου (dytikófilou) | δυτικόφιλης (dytikófilis) | δυτικόφιλου (dytikófilou) | δυτικόφιλων (dytikófilon) | δυτικόφιλων (dytikófilon) | δυτικόφιλων (dytikófilon) |
belirtme | δυτικόφιλο (dytikófilo) | δυτικόφιλη (dytikófili) | δυτικόφιλο (dytikófilo) | δυτικόφιλους (dytikófilous) | δυτικόφιλες (dytikófiles) | δυτικόφιλα (dytikófila) |
seslenme | δυτικόφιλε (dytikófile) | δυτικόφιλη (dytikófili) | δυτικόφιλο (dytikófilo) | δυτικόφιλοι (dytikófiloi) | δυτικόφιλες (dytikófiles) | δυτικόφιλα (dytikófila) |
Eş anlamlılar
değiştir- δυτικόφρων (dytikófron)