εξηγήσιμος
Yunanca
değiştirÖn ad
değiştirεξηγήσιμος (exigísimos) (dişil εξηγήσιμη, nötr εξηγήσιμο)
Çekimleme
değiştirεξηγήσιμος (exigísimos) ön adının çekimi
tekil | çoğul | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
eril | dişil | nötr | eril | dişil | nötr | |
yalın | εξηγήσιμος (exigísimos) | εξηγήσιμη (exigísimi) | εξηγήσιμο (exigísimo) | εξηγήσιμοι (exigísimoi) | εξηγήσιμες (exigísimes) | εξηγήσιμα (exigísima) |
tamlayan | εξηγήσιμου (exigísimou) | εξηγήσιμης (exigísimis) | εξηγήσιμου (exigísimou) | εξηγήσιμων (exigísimon) | εξηγήσιμων (exigísimon) | εξηγήσιμων (exigísimon) |
belirtme | εξηγήσιμο (exigísimo) | εξηγήσιμη (exigísimi) | εξηγήσιμο (exigísimo) | εξηγήσιμους (exigísimous) | εξηγήσιμες (exigísimes) | εξηγήσιμα (exigísima) |
seslenme | εξηγήσιμε (exigísime) | εξηγήσιμη (exigísimi) | εξηγήσιμο (exigísimo) | εξηγήσιμοι (exigísimoi) | εξηγήσιμες (exigísimes) | εξηγήσιμα (exigísima) |
İlgili sözcükler
değiştir- εξηγημένος (exigiménos)
- εξήγηση (exígisi)
- εξηγητής (exigitís)
- εξηγητικός (exigitikós)
- εξηγούμαι (exigoúmai)
- εξηγώ (exigó)