τετρααιθυλικός
Yunanca
değiştirKöken
değiştirτετρα- (tetra-) + αιθυλικός (aithylikós)
Ön ad
değiştirτετρααιθυλικός (tetraaithylikós) (dişil τετρααιθυλική, nötr τετρααιθυλικό)
- (kimya) tetraetil
Çekimleme
değiştirτετρααιθυλικός (tetraaithylikós) ön adının çekimi
tekil | çoğul | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
eril | dişil | nötr | eril | dişil | nötr | |
yalın | τετρααιθυλικός (tetraaithylikós) | τετρααιθυλική (tetraaithylikí) | τετρααιθυλικό (tetraaithylikó) | τετρααιθυλικοί (tetraaithylikoí) | τετρααιθυλικές (tetraaithylikés) | τετρααιθυλικά (tetraaithyliká) |
tamlayan | τετρααιθυλικού (tetraaithylikoú) | τετρααιθυλικής (tetraaithylikís) | τετρααιθυλικού (tetraaithylikoú) | τετρααιθυλικών (tetraaithylikón) | τετρααιθυλικών (tetraaithylikón) | τετρααιθυλικών (tetraaithylikón) |
belirtme | τετρααιθυλικό (tetraaithylikó) | τετρααιθυλική (tetraaithylikí) | τετρααιθυλικό (tetraaithylikó) | τετρααιθυλικούς (tetraaithylikoús) | τετρααιθυλικές (tetraaithylikés) | τετρααιθυλικά (tetraaithyliká) |
seslenme | τετρααιθυλικέ (tetraaithyliké) | τετρααιθυλική (tetraaithylikí) | τετρααιθυλικό (tetraaithylikó) | τετρααιθυλικοί (tetraaithylikoí) | τετρααιθυλικές (tetraaithylikés) | τετρααιθυλικά (tetraaithyliká) |
Eş anlamlılar
değiştir- τετρααιθυλιούχος (tetraaithylioúchos)