υποκειμενικότητα
Yunanca
değiştirKöken
değiştirυποκειμενικός (ypokeimenikós) + -ότητα (-ótita)
Ad
değiştirυποκειμενικότητα (ypokeimenikótita) d (çoğulu υποκειμενικότητες)
- öznellik, subjektiflik
- zıt anlamlısı: αντικειμενικότητα (antikeimenikótita)
Çekimleme
değiştirυποκειμενικότητα (ypokeimenikótita) adının çekimi
tekil | çoğul | |
---|---|---|
yalın | υποκειμενικότητα (ypokeimenikótita) | υποκειμενικότητες (ypokeimenikótites) |
tamlayan | υποκειμενικότητας (ypokeimenikótitas) | υποκειμενικοτήτων (ypokeimenikotíton) |
belirtme | υποκειμενικότητα (ypokeimenikótita) | υποκειμενικότητες (ypokeimenikótites) |
seslenme | υποκειμενικότητα (ypokeimenikótita) | υποκειμενικότητες (ypokeimenikótites) |
Ek okumalar
değiştir- greek-language.gr sitesinde: υποκειμενικότητα maddesi
- Yunanca Vikipedi'de υποκειμενικότητα