συμπαντικός
Yunanca
değiştirKöken
değiştirσυμπαντ- (sympant-) + -ικός (-ikós)[1]
Söyleniş
değiştirÖn ad
değiştirσυμπαντικός (sympantikós) (dişil συμπαντική, nötr συμπαντικό)
- evrensel (evren ile ilgili)
Çekimleme
değiştirσυμπαντικός (sympantikós) ön adının çekimi
tekil | çoğul | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
eril | dişil | nötr | eril | dişil | nötr | |
yalın | συμπαντικός (sympantikós) | συμπαντική (sympantikí) | συμπαντικό (sympantikó) | συμπαντικοί (sympantikoí) | συμπαντικές (sympantikés) | συμπαντικά (sympantiká) |
tamlayan | συμπαντικού (sympantikoú) | συμπαντικής (sympantikís) | συμπαντικού (sympantikoú) | συμπαντικών (sympantikón) | συμπαντικών (sympantikón) | συμπαντικών (sympantikón) |
belirtme | συμπαντικό (sympantikó) | συμπαντική (sympantikí) | συμπαντικό (sympantikó) | συμπαντικούς (sympantikoús) | συμπαντικές (sympantikés) | συμπαντικά (sympantiká) |
seslenme | συμπαντικέ (sympantiké) | συμπαντική (sympantikí) | συμπαντικό (sympantikó) | συμπαντικοί (sympantikoí) | συμπαντικές (sympantikés) | συμπαντικά (sympantiká) |
İlgili sözcükler
değiştir- bakınız: σύμπαν (sýmpan)
Kaynakça
değiştir- ↑
- greek-language.gr sitesinde: συμπαντικός maddesi